Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Εκατό χρόνια πριν, εκατό χρόνια μετά…


Του χρόνου τέτοιες ημέρες – Θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος – θα γιορτάζει η Καβάλα τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της, από τους Βουλγάρους, αλλά ουσιαστικά από τους Οθωμανούς. Θα μπορούσαν  λοιπόν οι εορτασμοί αυτοί να έχουν  – φυσικά – ένα πανηγυρικό χαρακτήρα, όπως είχαν και  πριν δέκα χρόνια, όταν το 1993 γιορτάστηκαν από την τότε δημοτική αρχή τα 90 χρόνια ελεύθερης Καβάλας.

Μια ιστορία έρωτα…


Η ζωή είναι ένας πόλεμος, είναι μια συνεχής πάλη ανάμεσα στο καλό και το κακό, ανάμεσα στο όμορφο και το άσχημο, ανάμεσα στο ηθικό και το ανήθικο. Ο κόσμος που ζούμε είναι ατελής  γι’ αυτό έχουμε και αυτή την πάλη, όπου άλλοτε κερδίζει η μία πλευρά και άλλοτε η άλλη, έτσι με αυτό τον βίαιο τρόπο μετασχηματίζεται και η ζωή, νομοτέλεια της φύσης που όποιος τόλμησε να την αμφισβητήσει βούλιαξε στην μαλθακότητα και την παρακμή. Γι’ αυτό οι καλλιτέχνες ποτέ δεν ησυχάζουν βλέπουν αυτή την πάλη παντού και αυτό τους διεγείρει οπότε βρίσκονται σε μια διαρκή αναζήτηση. Αναζητώ άρα υπάρχω θα έλεγαν αν ζούσαν σήμερα οι εγκυκλοπαιδιστές, καταρρίπτοντας και το δόγμα της νεόκοπης εποχής, καταναλώνω άρα υπάρχω…

Έτσι αλλάζουν οι άνθρωποι και κατ΄ επέκταση και οι κοινωνίες, η πτώση φέρνει την ανύψωση και η κρίση τις ευκαιρίες. Ζούμε σε μια τέτοια εποχή, όπου όλα αλλάζουν και επειδή ακούγονται και γράφονται πολλά, για το ποιος δημιούργησε αυτή την κρίση, ποιος την καθοδηγεί και ποιος ελπίζει να κερδίσει, νομίζουμε ότι δεν έχουν κανένα νόημα, το πρώτο και κύριο είναι ποιος θα εκμεταλλευτεί αυτή την κρίση για να βγει από το λιμάνι, να σαλπάρει προς νέα άγνωστα νερά, να κατακτήσει νέες ηπείρους της γνώσης και της τέχνης. Η ακινησία, συνέπεια της ευδαιμονίας πέθανε. Αν η Ευρώπη δεν είχε πεινάσει δεν θα αναζητούσε τους νέους δρόμους προς την Ανατολή, έτσι ο Κολόμβος δεν θα είχε φτάσει ποτέ στα σύνορα του νέου κόσμου και το ταξίδι αυτό δεν θα είχε εμπνεύσει τόσες νέες ουτοπίες.

Μέσα σε αυτό το κλίμα και η κοινωνία της Καβάλας αλλάζει, μετασχηματίζεται, από μια οικονομία που στηριζόταν στο εισόδημα των δημοσίων υπαλλήλων και στις υψηλή υπεραξία της γης, τώρα θα πρέπει να γίνει κάτι άλλο, αν θα είναι καλύτερο ή χειρότερο δεν μπορούμε να το ξέρουμε, οφείλουμε όμως να προσπαθήσουμε. Ίσως θα πρέπει να παράγουμε και έχουμε πολλά να δώσουμε, αρκεί βέβαια να σπάσουν οι σκληρές κομματικές δομές που για πολλές δεκαετίες κρατούσαν χειραγωγημένα τα «καλύτερα παιδιά» και για την υπόλοιπη κοινωνία επιφύλασσαν μόνο το ρόλο του θεατή.   Δεν ξέρουμε πως θα είναι αυτός ο μετασχηματισμός, (και ποιος μπορεί να ξέρει;), αλλά θα ζήσουμε μια νέα ενδιαφέρουσα εποχή.